Σάββατο, Ιανουαρίου 27, 2007

A Queer Idea o’ Candy-Floss


Alive

and searching
for things that have
defined her soul –
self-curing
but not (yet) so beloved.
For she is ready˙
to go
or even stay
as long as she knows
she is.

Ready to compromise
the days that passed
- she always did
and so did we -
ready to throw
a piece of chance into her cup,
with eyes that smile.

And now I see reflections
of the sun˙
a million mirrors
that I have,
and now I say,
and sing:
someday we’ll clap
and bow in front of her,
her, who has never lost (or even wished to lose)
a single game˙

Truth
and Dare.

And I shall say once again:
How interesting it is, indeed,
to never keep my promise –
not in a million lifetimes…


Για τη Βασίλισσα της Απώλειας Αταλάντη.

Δευτέρα, Ιανουαρίου 22, 2007

Υπόσχεση


Σιώπησε στις τελευταίες πράξεις,

σιώπησε.


Σιώπησαν δικαστές.

Θεοί.


Σιώπησε το φως

π’ αγκάλιαζε χορδές

και νύχτες.


Κούκλες.


(να τελικά που οι ευχές δε σμίγουν

και οι φωτιές

για δεύτερη φορά πενθούν)


Σιώπησε η τελευταία σταγόνα

στα πνευμόνια της.

Σιώπησε ο Εφιάλτης.


Σιώπησαν οι τοίχοι,

μαζί, κι αντίλαλοι,

κι ελπίδες.


Ανέγγιχτα μαλλιά

μονάχα ψιθυρίζουν,

τις εντολές ενός θνητού αφέντη της ψυχής.


Ίδιοι σωπαίνουν τώρα οι θεοί,

που ξέχασαν δικές τους εντολές.


Ίδιοι με παραμύθια χάρτινα

που δίδαξαν το φθόνο.


Ίδιοι μ’ ένα παιδί

που οι πληγές του έμαθαν καλά

ότι ποτέ δεν πέταγε.


και πέφτει πάλι


και σιωπά στην τελική υπόσχεση.

Κυριακή, Ιανουαρίου 14, 2007

Transcending*


βάρβαρο ξεχύθηκε το φως
*
φως κατασπάραξε τα χρώματα
*
χρώματα άγγιξαν το δειλό σκοτάδι
*
σκοτάδι, ένα απ τα λίγα που υπάρχουν
*
υπάρχουν πια ελάχιστες, μα πάντα ελπίδες
*
ελπίδες, ν’ αγαπώ τον αδερφό μου όσο ποτέ κανέναν
*
κανέναν

Παρασκευή, Ιανουαρίου 05, 2007

Δεύτερον


Δε μ’ άφησε,

Ούτε κολύμπησε ξανά

στα σκοτεινά γαλάζια βάθη.

Ξέχασε λέξεις

κι άφησε πίσω χρώματα –

έσβησε φώτα

για ν’ ανοίξει μάτια.

Μα ας μην ξεχνά –

όλες οι λέξεις μένουν,

και συνθέτουν

τους παγωμένους δρόμους

του ονείρου.

Λέξεις που τα βράδια

αντηχούν,

καθώς λύνουν

και δένουν τις ανάσες.

Κι απόψε δένουν,

μόνο δένουν...

αναρωτιούνται

αν κάποτε θ’ αξίζουν

να πνιγούν στο ψύχος,

ή στο γυρισμό.

Μα είναι λέξεις,

μόνο λέξεις –

κι η επιλογή δεν έγινε

ούτε ποτέ θα γίνει.

Δε μ’ άφησε.

Θα υπάρχει πάντα˙

σαν ποίημα που δε γράφτηκε

και κύλησαν ωμά οι λέξεις

στα λευκά σεντόνια,

έτσι πάντα θα υπάρχει.

Τρίτη, Ιανουαρίου 02, 2007

Στον Αέρα


Κοιτάς με αγωνία

Όταν το έδαφος χάνεται,
καθώς κρεμμά μαζί του
ξεχαρβαλωμένα φώτα,
και ξεκομμένα σπίτια,
(όλα αυτά, όλα μαζί....)
και καθετί καινούριο και παλιό

Κι όταν γλιστρούν στ’ αυτιά σου
μονάχα αντίλαλοι
και φθίνουσες
ελπίδες

Κι Αντίλαλοι

Κι Ελπίδες

...............................

Κι έπειτα
σαν κατακάτσει η πάχνη,
γεύεσαι έντρομος,
μέσα σε έκσταση αισχρή,
την αλμύρα του αίματος,
από πληγές
σε παγωμένα τζάμια του πρωινού –
στα μέρη εκείνα
που το σύννεφο αγάπησε
κι αγκάλιασε τον ήλιο.



Ανέγγιχτα,
έμειναν όλα,
ατέλειωτα.
Σαν ποτέ να μην ειπώθηκαν.
Σαν να μην τα ‘φτιαξε ποτέ κανείς.
Πάντοτε.
Κανείς.