[Λίγο Χάος]
Η άμμος πέφτει από ψηλά,
σκεπάζοντας κραυγές
από ματιές χαμένες στα σκοτεινά δωμάτια
της δικής μας μοίρας –
γεμίζοντας
[μοναχά]
τα σπασμένα άγνωστα.
Χαμογελώ.
Σαν ύπνος ύστατος
στην ομορφότερη γωνιά του κόσμου,
γλιστρά ακούραστα
απάνω στις χρυσές πτυχώσεις.
Φεύγω.
[Τίποτα
δε μας κράτησε στα ίδια μέρη
παραπάνω απ’ το δικό της αέναο βάρος.]
Πρόσταγμα στ’ αυτιά μου ο χτύπος –
άγγιγμα της πρώτης διαδρομής.
Το Άγγιγμα.
1 σχόλιο:
το ποίημα που τιτλοφορείται "Λίγο χάος" ελπίζω να φέρει πολύ αρμονία!
Δημοσίευση σχολίου